19.2.13

Η βαριά σκιά της Κερατέας.


Τόσοι μήνες εντατικής εκπαίδευσης στην Κερατέα δεν πήγαν χαμένοι.
Το διαπιστώσαμε τη νύχτα της Κυριακής, όταν ομάδα κουκουλοφόρων ή -αν προτιμάτε τη νέα έκφραση της μόδας- «συλλογικότητα» κουκουλοφόρων επέδραμε στο εργοτάξιο εξόρυξης χρυσού στις Σκουριές Χαλκιδικής σε ένα χτύπημα που είχε τα χαρακτηριστικά οργανωμένης επιχείρησης αντάρτικου.

 
Οι δράστες πρώτα ακινητοποίησαν τους φύλακες και τους περιέλουσαν με βενζίνη, ώστε να μην επιχειρήσουν την κατάσβεση της πυρκαγιάς μετά τη διαφυγή των εμπρηστών, έπειτα έβαλαν φωτιά με μολότοφ σε οχήματα και μηχανήματα της εταιρείας, τέλος, έφυγαν έχοντας μαζί τους έναν όμηρο, ώστε να εξασφαλίζεται η διαφυγή τους και (μολονότι, προφανώς, θιασώτες της μαχητικής οικολογίας...) έφραξαν τον δρόμο στην Πυροσβεστική με δένδρα τα οποία έκοψαν με αλυσοπρίονα.


Εν αντιθέσει προς τη συστηματική αδράνεια των αρχών την εποχή της Κερατέας, τούτη τη φορά υπήρξε αντίδραση.
Έτσι, με βάση την κατάθεση ενός φύλακα, οι αρχές συνέλαβαν τρεις κατοίκους της περιοχής με την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας, εκ των οποίων ο ένας τυγχάνει μέλος της νομαρχιακής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ.
Αναπόφευκτα, το θέμα έγινε πολιτικό.
Οπωσδήποτε συνιστά πρόοδο ότι στη χθεσινή ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ αποδοκιμάζει κατηγορηματικά τα γεγονότα, τα οποία χαρακτηρίζει «απαράδεκτα» και ότι, επίσης, «διαχωρίζει πλήρως τη θέση του από πράξεις που αντικειμενικά υπονομεύουν και συκοφαντούν τους κοινωνικούς αγώνες», για τις οποίες τονίζει ότι «δεν συνάδουν με τις αξίες των ανθρώπων που αγωνίζονται για μια αξιοπρεπή ζωή». Από την άλλη πλευρά, όμως, εκτιμά ότι «η απόδοση της κατηγορίας της ηθικής αυτουργίας είναι μια πολύ επικίνδυνη επιλογή για τις πολιτικές ελευθερίες, που θέλει αφενός να υποδηλώσει άμεση ή έμμεση σχέση με τις χθεσινές ενέργειες και αφετέρου να προβάλει ότι ακόμα και οι ιδέες ή οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις μπορούν να ενθαρρύνουν αυτουργούς σε παράνομες πράξεις».
Ότι η απόδοση της κατηγορίας της ηθικής αυτουργίας ενέχει κινδύνους είναι σωστό· και ένας από αυτούς αφορά τη σοβαρότητα των αρχών που αποδίδουν την κατηγορία, στην περίπτωση κατά την οποία αυτή καταπέσει στον ανακριτή.
Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι το γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να προδικάσει τη βαρύτητα των στοιχείων που έχουν στη διάθεσή τους οι αρχές και βάσει των οποίων στοιχειοθετούν την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας.
Αν υπάρχει άμεση ή έμμεση σχέση των συλληφθέντων με τα γεγονότα αυτό θα το κρίνει η Δικαιοσύνη και ουδείς άλλος.
Ο ισχυρισμός, τώρα, ότι με τη συγκεκριμένη ενέργεια των αρχών προβάλλεται το ενδεχόμενο να ευθύνονται γενικώς ιδέες ή αγωνιστικές κινητοποιήσεις για την τέλεση αξιόποινων πράξεων είναι τόσο υπερβολικός, ώστε γεννά την υποψία μήπως για τους υπογράφοντες την ανακοίνωση ορισμένες ιδέες ή μορφές αγωνιστικών κινητοποιήσεων είναι υπεράνω ευθυνών, ανεξαρτήτως του ύφους στο οποίο εκφράζονται.
Αν ισχύει αυτό, τότε παρόμοια ιδεοκρατική προσέγγιση από ένα κόμμα της Αριστεράς θα έπρεπε να προξενεί κατάπληξη κυρίως σε όσους θεωρούν εαυτόν μαρξιστή.
Όταν όμως η κοινοβουλευτική πλειοψηφία καταγγέλλεται ως «νεοφιλελεύθερος, ακροδεξιός φονταμενταλισμός», όταν υπερασπίζεσαι τις καταλήψεις (έστω και υπό τον ευφημισμό «συλλογικότητες») και διατρανώνεις ότι δεν θα παραχωρήσεις «ούτε πόντο από τον ριζοσπαστισμό» σου, όταν ταυτίζεσαι με τους «εκτός τόξου» (αναφορά στη διατύπωση του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, από την οποία όμως βολικά παραλείπεται ο επιθετικός προσδιορισμός του τόξου ως «συνταγματικού») και υποστηρίζεις ότι είσαι «το πρόσωπο της κοινωνίας που βάλλεται», δεν σου περνάει από το νου ότι παρόμοια ρητορική -που ορισμένοι ίσως τη χαρακτήριζαν εμπρηστική- ενδέχεται να βάζει ιδέες σε κάποιους θερμοκέφαλους, ιδίως όταν σε αυτόν τον κόσμο αφθονούν οι ηλίθιοι;
Όλα αυτά τα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Όχι εκ προθέσεως, όπως θέλω να πιστεύω, διότι τότε ο τρόπος με τον οποίο πολιτεύεται θα συνιστά ακραία περίπτωση υποκρισίας και κυνισμού, που μόνον κινδύνους εγκυμονεί για τη δημοκρατία και ιδίως σε περιβάλλον οικονομικής κρίσης. Υπάρχει τρόπος να το αποδείξει αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς κατ’ ανάγκην να εκχωρήσει ούτε χιλιοστόμετρο (πόσω μάλλον πόντο...) από τον ριζοσπαστισμό του.
Αυτός, άλλωστε, μπορεί (και πρέπει) να εκφράζεται μέσω των επεξεργασμένων λύσεων που έχει να προτείνει για την έξοδο από την κρίση και την ανάκαμψη.
Αλλά στο πεδίο αυτό δεν έχουμε ακούσει τίποτε το συγκεκριμένο, εκτός από μια επανάληψη όσων υπόσχονταν ως τώρα οι δυνάμεις του δικομματισμού (θα πατάξουμε τη φοροδιαφυγή, θα εισπράξουμε τις ανείσπρακτες οφειλές και τα τοιαύτα...), με την προσθήκη μιας δόσης κοινωνικού φθόνου (οι πλούσιοι κ.λπ.).
Μπορεί, συγκεκριμένα, να διαχωρίσει τη θέση του και από τις -κατ’ ευφημισμόν- «συλλογικότητες» και τις άλλες ομάδες «ανεξάρτητων πολιτών», όπως τους λέει, που προκρίνουν τη βία, αντί να εξάπτει το πνεύμα τους και έπειτα να τις νουθετεί αφ’ υψηλού μην τυχόν και παρασυρθούν «σε κύκλους βίας, πολιτικής βεντέτας ή ανταρτοπόλεμου».
Μπορεί να προσχωρήσει στο «μέτωπο λογικής και μετριοπάθειας» (η διατύπωση είναι του ιστορικού Ευάνθη Χατζηβασιλείου, από χθεσινή ομιλία του σε εκδήλωση της ΟΝΝΕΔ σχετικά με την πολιτική βία), χωρίς να είναι απαραίτητο να απαρνηθεί τίποτε από τις όποιες πολιτικές του.
Αν ως κόμμα της Αριστεράς είναι και δημοκρατικό συγχρόνως, τι έχει να φοβηθεί αν τοποθετήσει την επίσημη ρητορική του μέσα στο πλαίσιο της δημοκρατικής λειτουργίας του πολιτεύματος;
Αυτό, άλλωστε, τους υπέδειξε -με τον τρόπο του- και ο Μαρκ Μαζάουερ στην πρόσφατη ομιλία του περί πολιτικής βίας.

Σ. Κασιμάτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου