8.7.13

Δικαίωμα στο δάκρυ…



Ποιός έχει το αναφαίρετο δικαίωμα στο κλάμα και τη συγκίνηση σε αυτή τη χώρα;  
Ποιός δικαιούται δια να ομιλεί στην Ελλάδα της κρίσης και των Μνημονίων;
Ποιός νομιμοποιείται να αρθρώνει δημόσιο λόγο για τα κακώς κείμενα της δημόσιας ζωής μας, αυτά που δεν αποτελούν απόνερα της κρίσης αλλά εγγράφονται χρόνια τώρα στο πολιτειακό μας γονιδίωμα, και ποιός έχει το προνόμιο να αμφισβητεί προθέσεις και να αξιολογεί συμπεριφορές;
Σίγουρα όχι εγώ, αλλά ποιος;





Συγκινήθηκε η Όλγα και βγήκαν πάλι οι γνωστοί- άγνωστοι να καταγγείλουν τα Μνημόνια και τις πολιτικές τους.
Αφορμές ψάχνουν, κάθε τόσο, για να παρουσιάζουν στο φιλοθεάμον κοινό τις υστερίες και τα παραληρήματά τους.
Μιλάνε για παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και δεν αποκαλύπτουν το περιεχόμενό της…
 
 

Δεν λένε στους πολίτες που ψάχνουν εναγωνίως μια θέση στον ήλιο των υπηρεσιών, με οκτάωρο γραφείου και χαλαρές συνθήκες εργασίες, πως παραγωγική ανασυγκρότηση σημαίνει πως ξαναστήνουμε το νοικοκυριό μας πάλι από την αρχή.
Επιστρέφουμε στα χωράφια και τις στάνες μας, στήνουμε τις μικρές και μεγάλες βιοτεχνίες μας, επενδύουμε σε ανταγωνιστικά Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα, προωθούμε τις επιχειρήσεις που ειδικεύονται στις νέες τεχνολογίες και στις σύγχρονες υπηρεσίες, ασχολούμαστε σοβαρά με τον ενεργειακό πλούτο της χώρας και, γενικώς, προχωράμε σε μια μεγάλη κινητικότητα στο χώρο της Εργασίας προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι νέες παραγωγικές ανάγκες και να εξαλειφθούν οριστικά οι αντιπαραγωγικές νησίδες της οικονομίας μας.
Και κινητικότητα σημαίνει καταργήσεις οργανισμών, απολύσεις, λουκέτα σε παρασιτικές εμπορικές επιχειρήσεις και αλλαγή εργασιακού περιβάλλοντος.
Βάσει σχεδίου, όμως, και όχι ακολουθώντας την εθνική μας συνταγή της τσαπατσουλιάς και του «βλέποντας και κάνοντας».
Αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα στη χώρα όπου ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα.
Μιλάνε για κατάργηση των Μνημονίων και δεν αποκαλύπτουν το δικό τους σχέδιο για τη δανειοδότηση της χώρας.
Μιας χώρας που γεννά συνεχώς ελλείμματα και τρέφεται από αυτά. Ελλείμματα στον κρατικό προϋπολογισμό, ελλείμματα στα Νοσοκομεία, ελλείμματα στους ΟΤΑ, ελλείμματα στο εμπορικό μας ισοζύγιο.
«Θα πιάσουμε την φοροδιαφυγή και θα φορολογήσουμε το μεγάλο κεφάλαιο», μας λένε με ύφος χιλίων Καρδιναλίων και ψάχνεις εσύ ο ταλαίπωρος να βρεις τις εθνικές σου βιομηχανίες και τους μεγάλους βιομηχάνους σου.
Και παντού, όπου πέφτει το βλέμμα σου, βλέπεις αυτοαπασχολούμενους, μικροεπιχειρηματίες και εμπόρους, να προσπαθούν απεγνωσμένα μέσω της φοροδιαφυγής να περισώσουν ό,τι μπορεί να σωθεί.
Αν χτυπήσεις τη φοροδιαφυγή σε αυτή τη χώρα, με αυτό το παραγωγικό μοντέλο, για να μπορέσεις να καλύψεις τα δημοσιονομικά σου ελλείμματα , το μόνο που θα καταφέρεις είναι να εντείνεις την κατάρρευση της εγχώριας αγοράς και να εκτοξεύσεις τους δείκτες ανεργίας.
Ψιλά γράμματα και αυτά για τους φαιδρούς πορτοκαλοπαραγωγούς!
Μιλάνε για εκσυγχρονισμό του Δημοσίου και ενίσχυση των προνοιακών του δομών χωρίς όμως ταυτόχρονη ελάττωση του μεγέθους του.
Δεν μπορούν ακόμα να καταλάβουν πως το Δημόσιο σε αυτή τη χώρα δεν αποτελεί πεδίο ιδεολογικής σύγκρουσης μεταξύ των υποστηρικτών της αγοράς και εκείνων του κρατικού παρεμβατισμού, όπως συμβαίνει στις άλλες χώρες της Δύσης, αλλά αποτελεί πρωτίστως ζήτημα ιστορικής και κοινωνιολογικής αντιπαράθεσης.
Γιατί το Δημόσιο στη χώρα μας δεν εποπτεύει τις ταξικές συγκρούσεις αλλά τις δημιουργεί.
Στήνει χρόνια τώρα, εκ των άνω, μια κρατικοδίαιτη αστική τάξη πάνω στη φοροδιαφυγή, στα εγγυημένα εισοδήματα των κλειστών επαγγελμάτων, στις μεγάλες και μικρές χρηματικές αντιπαροχές του κρατικού κορβανά, στις μικροεργολαβίες του Δημοσίου και στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων.
 Όποιος βρίσκεται κάθε φορά στην κατάλληλη πλευρά ευνοείται από το σύστημα και μεταπηδάει στον αστικό χώρο.
Οι άλλοι, απλά, περιμένουν τη σειρά τους.
Το Δημόσιο, λοιπόν, δεν πρέπει να συρρικνωθεί γιατί αυτό απαιτεί ο νεοφιλελευθερισμός και η συναίνεση της Ουάσιγκτον.
Το Δημόσιο πρέπει να συρρικνωθεί για να πάψει ο νέος επιστήμονας να νιώθει εν δυνάμει πελάτης του και να συναλλάσσεται με τον κάθε καραγκιόζη, προκειμένου να μπει σε αυτό.
Το Δημόσιο πρέπει να συρρικνωθεί για να αλλάξει το αναπτυξιακό παράδειγμα αυτής της χώρας.
Για να πάψουν οι οργανισμοί του να αποτελούν τον μεγαλύτερο εργοδότη της χώρας, συντηρώντας μεγάλες νησίδες αργόσχολου αρχαϊσμού μέσα στους κόλπους τους.
Ναι. Χρειαζόμαστε και σχολικούς φύλακες, και δημοτικούς αστυνόμους, και βρεφονηπιοκόμους και άλλες χρήσιμες υπηρεσίες του κοινωνικού κράτους.
Αλλά για να τις πληρώνουμε όλες αυτές τις υπηρεσίες πρέπει κάποιος να παράγει στη χώρα.
Να δημιουργεί αγαθά και υπηρεσίες, να τα πουλάμε στους ξένους και από τα έσοδα της φορολογίας των παραγωγών να πληρώνουμε το προνομιακό κράτος.
Εμείς, αντίθετα, επιχειρούμε να τρελάνουμε τους πάντες και να καταρρίψουμε κάθε οικονομική θεωρία.
Θέλουμε και να αγοράζουμε  τα προϊόντα των ξένων ( ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο) αλλά και να εργαζόμαστε στην ασφάλεια του Δημοσίου με καλούς και εγγυημένους μισθούς ( ελλείμματα κρατικού προϋπολογισμού και ΟΤΑ) ή στον εξορισμού χαλαρό τριτογενή τομέα των υπηρεσιών ( ελλείμματα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας).
Και αν αυτό μπορούσαμε να το κάνουμε κάποτε με τα φτηνά δανεικά που μας εξασφάλιζε η ένταξη μας στην ΟΝΕ, σήμερα απλά δεν γίνεται.
Κάποιος σε αυτή τη χώρα πρέπει να παράγει και το παιχνίδι της κολοκυθιάς αρχίζει. Εσύ να γίνεις αγρότης. Και γιατί να γίνω εγώ;
Αμ ποιος να γίνει; Να γίνεις εσύ.
Και γιατί να γίνω εγώ; Αμ ποιος να γίνει;
Σίγουρα όχι εσύ αλλά κάποιος άλλος.
Γιατί εσύ έφυγες από το χωριό και τα χωράφια του μπαμπά σου για να γίνεις αστός. Και αυτή την κατάκτησή σου δεν πρόκειται να στην πειράξει κανείς.
Ο άλλος να γίνει αγρότης.
Ο άλλος να στήσει αγελαδοτροφική μονάδα σε μια χώρα που εισάγει το 90% του κρέατος που καταναλώνει.
Ο άλλος να γίνει αγρεργάτης στις φάμπρικες της Μανωλάδας.
Ο άλλος να αναλάβει το ρίσκο και να στήσει μια βιοτεχνία.
Είναι και αυτές οι γκόμενες πανάθεμά τες που δεν καταδέχονται να βγούνε ραντεβού με κάποιον που μυρίζει αγελαδίλα και τολμάει να τις πει πως είναι χειρωνάκτης και όχι υπάλληλος γραφείου ή έστω ιδιοκτήτης καφετέριας!
Μπερδεμένα πράγματα.
Γεμίσαμε με ασφυκτικές συνήθειες κομπλεξικών ανθρώπων.
Μικρομέγαλοι παντού να ποστάρουν το κοντό και το μακρύ τους και να επιδίδονται σε περισπούδαστες αναλύσεις της οικονομίας και της πολιτικής, δίχως γνώση, δίχως το στοιχειώδες της μελέτης και δίχως τη συναίσθηση του δημόσιου λόγου.
Άκουσαν κάποτε πως στην Αρχαία Αγορά μπορούσε να μιλήσει ο καθένας και είπαν να ζήσουν το αρχαιοελληνικό τους όνειρο πάνω στα ερείπια της Νέας Αγοράς με copy-paste και ανακυκλώσεις δεκάρικων και λογυδρίων τυχάρπαστων και περαστικών.
Και αν τολμήσεις να τους ρωτήσεις «πόθεν» η ικανότητα της κριτικής, σου δείχνουν περιχαρείς την αναμφισβήτητη σοφία του πεζοδρομίου της ζωής και τα μισητά Μνημόνια.
Κανείς δεν τολμάει να ξεστομίσει μια κριτική, μια πρόταση και αμέσως χυμάει πάνω του το σκυλολόι του λαϊκισμού για να κοντύνει τη γνώμη του, να αμαυρώσει την υπόληψή του και το κυριότερο , να αμφισβητήσει το πατριωτικό του αίσθημα. Όποιος δεν συμφωνεί μαζί τους βαφτίζεται αμέσως δοσίλογος και εθνικός μειοδότης.
Φτάσαμε στο σημείο η Κουντουρά να είναι περισσότερο πατριώτισσα από έναν νέο επιστήμονα με μεταπτυχιακά και διδακτορικά που ψάχνει εναγωνίως να προσφέρει στη χώρα του και συνειδητοποιεί πως το υπάρχον σύστημα, των πελατών και των νταβατζήδων τους, δεν του το επιτρέπει.
Και αν τολμήσει να ψελλίσει την αγανάκτησή του θα πάρει την πληρωμένη απάντηση από όλους αυτούς τους ανεπάγγελτους πως είναι τσιράκι των τροαϊκανών.
Και ανάμεσα σε αυτό τον συρφετό κενολογίας και τζάμπα μαγκιάς ξεχωρίζεις και τους άλλους. Τους σοβαρούς.
Αυτούς που υπογραμμίζουν τα αδιέξοδα των αγορών, αυτούς που επικρίνουν την ασυδοσία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αυτούς που προκρίνουν έναν γενναίο δημόσιο παρεμβατισμό για τον εξορθολογισμό των ανισορροπιών του νεοφιλελευθερισμού και την εξασφάλιση μιας minimum κοινωνικής δικαιοσύνης στην κατανομή του εισοδήματος.
Σοβαρές αναλύσεις, στοιχειοθετημένες και πάνω απ όλα μέσα στο πνεύμα των καιρών.
Μόνο που κινούνται και αυτές στο κενό της ελληνικής πραγματικότητας.
Πρόκειται για έναν προβληματισμό που αναπτύσσεται τον τελευταίο καιρό στις χώρες της Δύσης και τις περιβόητες δεξαμενές σκέψης τους, σχετικά με την ανάγκη μεταρρύθμισης του ανέλεγκτου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού και την ανάγκη ενδυνάμωσης της παρέμβασης του κράτους στο σκέλος της προσφοράς, πρωτευόντως, και, δευτερευόντως, σε αυτό της ζήτησης. 



Και αυτός ο δάνειος προβληματισμός επιχειρείται από την εγχώρια πολιτική και πνευματική ελίτ να αναλύσει και να εξηγήσει και τα δικά μας αδιέξοδα, χωρίς όμως να λαμβάνει υπόψη του την ιδιαίτερη φύση του δικού μας κράτους και τις πελατειακές του αγκυλώσεις.
Ναι. Να αναλάβει το κράτος ενεργό δράση και να τονώσει τη ζήτηση μέσω παραγωγικών επενδύσεων.
Αλλά ποιο κράτος;
Ποιοι γραφειοκράτες και ποιο πολιτικό προσωπικό θα ηγηθούν της προσπάθειας αυτής; Ο Νικήτας; Ο Ταμήλος; Η Μακρή; Ο Σκουρλέτης;
Αυτοί που έμαθαν όλα αυτά τα χρόνια να εξυπηρετούν φίλους και συγγενείς και των οποίων  η αντίληψη περί οικονομίας εξαντλείται στο να πέσουν λεφτά στην κατανάλωση για να κινηθεί η  παρασιτική αγορά των εισαγόμενων προϊόντων και να εξασφαλίσει το κράτος έσοδα από τον ΦΠΑ;
Αυτοί που όταν ηγήθηκαν στα υπουργεία τους, πέραν της φιλικής τους συμμετοχής και των φωτογραφικών φλάς, ουδέν;
Η μήπως οι Δήμαρχοι και οι Περιφερειάρχες;
Αυτοί που τα τελευταία χρόνια της κρίσης δεν κατόρθωσαν να εκπονήσουν ένα στοιχειώδες σχέδιο αναπτυξιακής ανασυγκρότησης της περιοχής τους ;
Αυτοί που όλα αυτά τα χρόνια απομυζούσαν σαν τις βδέλλες τον κρατικό κορβανά για να στήνουν τις παρασιτικές δημοτικές επιχειρήσεις τους, να προσλαμβάνουν πελάτες και να διευθετούν μικροιδιοτέλειες;
Αυτοί που ενδιαφέρονταν μονάχα για τη δημόσια προβολή τους και μέσω των μαύρων ταμείων τους εξαγόραζαν δημοσιογραφικές πένες για να τους υμνούν και να τους λιβανίζουν;
Από ποιο κράτος, λοιπόν, περιμένουμε όλοι εμείς οι ταλαίπωροι να ηγηθεί της αναπτυξιακής ανασυγκρότησης της χώρας;
Και στο εν τέλει, ποιοι επιτέλους είναι αληθινοί πατριώτες και ποιοι δικαιούνται να δακρύζουν στη θέα της απόγνωσης και της εξαθλίωσης.
Σίγουρα όχι εγώ.
Αλλά ποιος;;;;;

Τάσος Φούντογλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου