22.9.13

Ένας σοβαρός χρυσαυγίτης…



Προχτές εκεί που τα ‘πινα με κάποιον κολλητό μου σ΄ ένα μπαρ του ελέους στα Πατήσια, γυρνώ και βλέπω πίσω μου δυο μάτια, δυο ματάκια.
Ήταν αντρικά, πράσινα και λίγο τρελαμένα βέβαια, αλλά σαν αισιόδοξος άνθρωπος που είμαι πίστεψα προς στιγμήν πως το άτομο έχει τρελαθεί με την πάρτη μου γι' αυτό ψιλοαλληθώριζε.




Έσφαλα, όμως. Η αλήθεια είναι πως το άτομο δεν κοιτούσε εμένα.
Κοιτούσε με ύποπτο πάθος τον κολλητό μου και παλιό συμφοιτητή μου, τον Καρίμ, αγγλοπακιστανό που τώρα δουλεύει σε αριστερό πολιτικό περιοδικό στο Λονδίνο.
Ο Καριμάκης (ή Μάκης κατά τον μπαμπά μου που έχει τικ να ελληνοποιεί μετά τόσες Ρωσίδες που μετέτρεψε σε σουλιωτοπούλες) έχει έρθει στην Ελλάδα καμιά δεκαριά φορές από τότε που εγώ μετανάστευσα εδώ.
Σχεσάρα βλέπετε: Ξεκινήσαμε από απλοί συμφοιτητές, γίναμε συμφοιτητές που αντιγράφουν συνεργαζόμενοι, γίναμε φίλοι, γίναμε εραστές, γίναμε κώλος, γίναμε ξανά φίλοι, γίναμε εραστές του σαββατοκύριακου, γίναμε κώλος, γίναμε φίλοι με προνόμια, γίναμε κώλος χωρίς προνόμια, γίναμε οριστικά φίλοι… 




-Μην κάνεις όρεξη. Εμένα κοιτάει. Δε σου είπα ότι έχω σουξεδάκι και στα αγόρια; κοκορεύτηκε ο Μάκης.
Γύρισα να κοιτάξω καλύτερα τον γαμπρό και τότε -παρά τα πέντε ρακόμελα που είχα ρουφήξει- είδα με τρόμο το σήμα κινδύνου να αναβοσβήνει μπροστά στα μάτια μου. Μαύρο μπλουζάκι, φουσκωμένα μπράτσα, ξυρισμένη (και κατά πάσα πιθανότητα άδεια) κεφάλα, σας έχω χεσμένους ύφος.
-Ωχ, είπα στον Καρίμ, σήκω και πήγαινε προς την μπάρα τώρα!
-
Why? What happened? ρώτησε ο αγαθιάρης που ήταν και ντίρλα.
-Ρε, τράβα που σου λέω και μη ρωτάς. Πλήρωσε κιόλας για να την κάνουμε σιγά-σιγά.
-
But why? I love this place. (ντίρλα είπαμε)
-Yes but this place does not love you, ρε μαλάκα.
Κουνήσου, λέμε.
Όταν με τα πολλά σηκώθηκε και έκανε πέντε-έξι βήματα τον φώναξα δήθεν ανέμελα
-Μάκη, φέρε και λίγο νερό καθώς θα ‘ρχεσαι.
Ο Καρίμ που δεν κατάλαβε Χριστό φυσικά, κατέταξε τη φράση μου στα μυστήρια του σύμπαντος και συνέχισε να βαδίζει τρεκλίζοντας ελαφρά προς την μπάρα.
Τότε τσέκαρα ένα γύρω για να βεβαιωθώ πως σαν τα μοσχάρια είχαμε πέσει στη χειρότερη παγίδα που θα μπορούσε να πέσει ελληνοπακιστανικό ζεύγος: σε μπαρ όπου ξεκούραζαν το στιβαρό κορμί τους τα χρυσαύγουλα της περιοχής.
Άρχισα να καταριέμαι τον εαυτό μου που δεν πρόσεξα.
Μετά άρχισα να καταριέμαι και τον Καρίμ που φαγώθηκε να πάει σε κάτι γειτονικό, όχι δήθεν, όχι έτσι, όχι γιουβέτσι.
Κάτι μικρό και γραφικό.
Κάτι καθαρά ελληνικό.
Ξεχάσαμε βέβαια ότι αυτή είναι η Ελλάδα τελευταίως: 15% φασισταριά.
Το βόδι απέναντι είχε πάρει φωτιά.
Τσεκάριζε μια εμένα μια τον Καρι-μάκη και προσπαθούσε να βγάλει άκρη. Εντάξει, ο άνθρωπας δεν ήταν δόκτωρ φιλοσοφίας (αντίθετα, χρειαζόταν δόκτορα ψυχολογίας) Έβλεπε σκούρο δέρμα και πακιστανική κοψιά αλλά δεν μπορούσε να τα συνδυάσει με τη χιπστεριά του δικού μου.
Έβλεπα στο συνοφρυωμένο μέτωπό του την εξίσωση να μη βγαίνει: Πακιστανός=μετανάστης.
Όμως πού τα βρήκε ο ψωμόλυσσας ο σκυλάραπας τα φράγκα για τέτοια ρούχα;
Και πώς συνοδεύει τέτοια γκόμενα; (ναι, εμένα εννοώ)
-Έλληνας είναι το παιδί; με ρωτάει τελικά ο αλλήθωρος.
-Ο Μάκης; Γιατί ρωτάτε; είπα διπλωματικά εγώ. Γιατί τον έχει αρπάξει λίγο ο ήλιος, ε; Εμ, του ‘λεγα ‘γω να βάλει αντηλιακό αλλά…
-Με δουλεύεις, μωρή; μούγκρισε το βόδι και σηκώθηκε.
Με ζώσανε τα μαύρα τα φίδια, παίδες.
Ο Καρι-μάκης τυγχάνει και Άγγλος και φλώρος και μεθυσμένος.
Μέχρι να του εξηγήσω τι παίζει θα βρεθεί στον Ευαγγελισμό (το νοσοκομείο, αλλά άμα είναι άτυχος και της Θεοτόκου)
Έτσι και του την έπεφταν οι ντουλάπες united εκεί πέρα μέσα θα γινόταν ο τάφος του. Συμπέρασμα: έπρεπε επειγόντως να αρχίσω φεστιβάλ παπάτζας.
Έσκυψα λοιπόν και είπα εμπιστευτικά στη μοσχάρα: Το παιδί δεν είναι παιδί. Είναι πράκτορας του Πακιστάν, σε μυστική αποστολή άρτι αφιχθείς από Καράτσι να συγκεντρώσει στοιχεία αντιφρονούντων που ζητάνε άσυλο στην Ελλάδα και να τους τακτοποιήσει. Με εννοείτε τι εννοώ, ε;
Όσο μιλούσα έβλεπα με άγχος τον πράκτορα 000 να πλησιάζει αδικαιολόγητα χαρούμενος για ετοιμοθάνατος.
-Δηλαδή; κάνει όλο απορία ο μόσχαρος.
-Δηλαδή, ριζική λύση. Ξέρεις τώρα. Μη με βάζεις να λέω πράγματα που δεν πρέπει.
-Τι λε, ρε συ…, θαύμασε η ζωάρα
-Σόρι, δε θέλω να δει ότι μιλάμε γιατί θα την πληρώσω εγώ, μουρμούρισα συνωμοτικά και σηκώθηκα για να αρπάξω τον Μάκη και να την κάνουμε τρέχοντας.
-Πες του αν θέλει βοήθεια εδώ είμαστε εμείς, μου φώναξε ενθουσιασμένος από τη φάση Τζον λε καρέ.
-Ευχαριστώ, θα το διαβιβάσω, είπα και άρπαξα από το μανίκι του Ραλφ Λορέν πουκάμισου τον δικό μου οδηγώντας τον βιαίως στην έξοδο.
-
Who was this guy? ρώτησε σε έξαρση κοινωνικότητας ο φλώρος ο δικός μου.
-Ένας σοβαρός χρυσαυγίτης έτοιμος για συνεργασία, του απάντησα στα ελληνικά. Γιατί να ματαιοπονώ, παίδες μου αγαπημένοι;
Αφού και αγγλικά να του το ‘λεγα πάλι δεν θα καταλάβαινε τίποτα.
Εδώ εγώ το 'χω χάσει.
Μου κατέστρεψες τον εγκέφαλο με τη λάμψη της σκέψης σου, Μπάμπη μου…


(Το κομμάτι γράφτηκε 4 μέρες πριν σκοτώσουν τον Killah P. Μόλις είπα στον Καρι-Μάκη τι παίχτηκε. Ακόμα να συνέλθει. Το ίδιο κι εγώ, παίδες μου αγαπημένοι. Μηn κοιτάτε που το ρίχνουμε στην πλάκα για να μη σαλτάρουμε)

Το κορίτσι του διπλανού πόρταλ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου