26.12.14

Η Δικαιοσύνη και της τερατολογίας το ανάγνωσμα…



Από την πρώτη στιγμή που «έσκασε», ήμουν πολύ διστακτικός απέναντι στην περιβόητη «υπόθεση Χαϊκάλη» και στον τρόπο που ήρθε στη δημοσιότητα.
Μπορεί, δεν το κρύβω, να ήταν και αποτέλεσμα μιας κάποιας προκατάληψης, αφού τα πρόσωπα που είχαν εμπλακεί στη βορβορώδη αυτή ιστορία δεν μου ενέπνεαν εμπιστοσύνη.



Δεν είχαν, άλλωστε, περάσει πολλές μέρες, αφότου ένας από τους πρωταγωνιστές της ιστορίας ισχυριζόταν, από τηλεοράσεως, ότι ο πρωθυπουργός είχε τηλεφωνήσει εννιά φορές μέσα σε μια μέρα σε έναν από τους βουλευτές του, πιέζοντάς τον να ψηφίσει Πρόεδρο, μέχρι που, πάντα κατά τον καταγγέλλοντα πολιτικό αρχηγό, ο βουλευτής απηύδησε και του το έκλεισε στα μούτρα (του πρωθυπουργού…).
      


Ήταν, για όσους δεν έχουν χάσει τη μνήμη τους, ο ίδιος που πριν από δυόμισι χρόνια ως αρχηγός του τέταρτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος είχε βγάλει ψεύτη και πλαστογράφο (!) τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όταν, αφού του είχε παραδώσει πολυσέλιδο έγγραφο με τους όρους που έθετε για να συμμετάσχει σε συμμαχικό κυβερνητικό σχήμα, εν συνέχεια το αναίρεσε υποστηρίζοντας ότι «το κατασκεύασε η Προεδρία».
Και πολλά ακόμη, από τις απίθανες ιστορίες τρομοκρατίας, την υπόθεση Οτσαλάν ή τα περίφημα CDS, ως τόσα και τόσα άλλα του πρόσφατου και του απώτερου παρελθόντος που αν συγκεντρωθούν κάποια στιγμή μπορεί να γεμίσουν έναν ολόκληρο τόμο συνωμοσιολογικής τερατολογίας…
Όσο, λοιπόν, εκτυλισσόταν η εμφανώς κακοσκηνοθετημένη τηλεϊστορία και ερχόταν στο φως η μια μετά την άλλη οι απανωτές αντιφάσεις των πρωταγωνιστών της, όπως και οι σχέσεις που τους συνέδεαν, η αρχική μου προαίρεση από δισταγμός και επιφύλαξη μετατράπηκε σε πεποίθηση για τα ταπεινά κίνητρα που κρύβονταν πίσω από τους κοριούς και τις παγιδεύσεις, το επαγγελματικό μοντάζ από τον μετρ του είδους Λάκη Λαζόπουλο, τις… χρυσοφόρες επενδύσεις στο εξωτερικό, τα λεφτά της απαγωγής Παναγόπουλου, τις ράβδους χρυσού και άλλα ηχηρά παρόμοια που συνέθεταν έναν απίθανο σεναριακό καμβά, από εκείνους που σε κάνουν να λες «αυτά, ρε φίλε, ούτε στον σινεμά δεν γίνονται…».
Παρά ταύτα, ακούγοντας ότι οι εισαγγελικές αρχές αποφάσισαν να θέσουν στο αρχείο την υπόθεση της υποτιθέμενης δωροδοκίας, δεν σας κρύβω ότι ένοιωσα απορία για τη σπουδή που έγινε κάτι τέτοιο, επηρεασμένος, από τη μια, από τη γενικότερη άποψη που έχουμε όλοι μας για τον «αραμπά» με τον οποίο κινείται η ελληνική δικαιοσύνη και προβλέποντας, από την άλλη, την ένταση του θορύβου προς δημιουργία εντυπώσεων περί δήθεν «κουκουλώματος» που ήδη είχε ξεκινήσει μόλις διεφάνη η εισαγγελική πρόθεση για ταχύτατη εκκαθάριση του αντικοινοβουλευτικού οχετού που είχε ανοίξει.
Ήταν, γι΄ αυτό, μεγάλο ευτύχημα που δημοσιοποιήθηκαν, αφενός, οι καταθέσεις των πρωταγωνιστών της απίθανης ιστορίας και αφετέρου η πορισματική αναφορά του αντεισαγγελέως Εφετών Παναγιώτη Παναγιωτόπουλου, ο οποίος, όπως εναργέστατα αποκαλύπτεται μέσα από το κείμενο που συνέταξε, φαίνεται ότι κινήθηκε με απαράμιλλο επαγγελματισμό, φωτίζοντας όλες τις πτυχές της βορβορώδους αυτής υπόθεσης πριν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «δεν προέκυψε κανένα στοιχείο της αντικειμενικής υπόθεσης του εγκλήματος», ούτε «η βασιμότητα της καταγγελίας» περί δήθεν απόπειρας χρηματισμού.
Θα αδικούσα το ίδιο το κείμενο αν επιχειρούσα να συντμήσω τα επιχειρήματα που παραθέτει, αλλά δεν μπορώ να μην σταθώ, περιγράφοντάς τα με δικές μου λέξεις, σε δύο εξ αυτών που καταρρίπτουν τη σκευωρία που επιχειρήθηκε να στηθεί: Το πρώτο είναι η περιγραφή της εμφάνισης του βουλευτή των ΑΝ.ΕΛ. στην εισαγγελία αρκετές ώρες μετά την αλληλοπαγίδευση της συνομιλίας του με τον Αποστολόπουλο και οι φόβοι του Π. Χαϊκάλη μήπως διαρρεύσει από αλλού το περιεχόμενο των όσων έλεγε στις επαφές που από μήνες είχε ξεκινήσει. Και το δεύτερο η επισήμανση του γεγονότος ότι οι αρχές έμαθαν το όνομα του υποτιθέμενου δράστη της δωροδοκίας αρκετή ώρα μετά το οριστικό «ναυάγιο» της προκαθορισμένης συνάντησης στο σπίτι του βουλευτή, όπου υποτίθεται ότι θα προσερχόταν για να παραδώσει τα χρήματα και θα συλλαμβανόταν από την Αστυνομία για την οποία ήταν ακόμη άγνωστος.
Αξίζει πραγματικά κάθε καλοπροαίρετος πολίτης να μπει στον κόπο να αναζητήσει και να διαβάσει ολόκληρο το πόρισμα του εισαγγελέα Παναγιωτόπουλου, που, πιστέψτε με, δεν χρειάζεται να είναι κανείς νομικός για να αναγνωρίσει ότι είναι ένα από τα κείμενα που πρέπει να διδάσκονται στις Νομικές Σχολές και τις Σχολές Δικαστών ως υπόδειγμα δικανικής παρρησίας από έναν λειτουργό της Δικαιοσύνης που δεν επηρεάζεται από κομματικές ή άλλες σκοπιμότητες.
Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από τις πρόσκαιρες εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν από την προφανή προσπάθεια να δηλητηριαστεί το πολιτικό κλίμα σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο για το μέλλον της χώρας μας, η κατάληξη της υπόθεσης ίσως αποφέρει και κάτι θετικό για τη Δημοκρατία μας και τους θεσμούς της, αφού κατεδείχθη ότι η Δικαιοσύνη έχει τη δύναμη και μπορεί να λειτουργεί.
Κέρδος, εξάλλου, για τη Δημοκρατία μπορεί να αποδειχθεί και από το γεγονός ότι όλα αυτά τα απίθανα για προηγμένα κοινοβουλευτικά συστήματα (που, αλήθεια, αλλού ακούστηκε αρχηγός κόμματος να στήνει ο ίδιος μηχανισμούς παγίδευσης;) έγιναν τόσο κοντά με τις επερχόμενες εκλογές.
Γιατί, ενδεχομένως, δεν θα αμβλυνθούν οι μνήμες έως ότου στηθούν οι κάλπες και οι πολίτες που θα κληθούν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα θα ξέρουν (όσοι τουλάχιστον ενδιαφέρονται να μάθουν…) με ποιους έχουν να κάνουν.

Γρηγόρης Τζιοβάρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου