27.2.16

Τα μπλόκα των αγροτών και ορισμένες δίκαιες διεκδικήσεις…



Όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά. Πρεμιέρα το 1996, με πρωταγωνιστές Μπούτα και Πατάκη του ΚΚΕ και Κοκκινούλη της ΝΔ. Οι βαμβακοπαραγωγοί, τα ευνοημένα παιδιά του συστήματος, εγκαινιάζουν την μορφή πάλης «τα τρακτέρ στους δρόμους» που εγκλώβισε και τις επόμενες φουρνιές, με  το γνωστό σύνθημα.




Η αποκωδικοποίηση του συνθήματος για τους μη γνωρίζοντες είναι απλή: αφού το βαμβάκι εντάχθηκε με προνομιακό καθεστώς στην Ε.Ε. εξασφαλίζοντάς τους επιδοτήσεις σχεδόν διπλάσιες από την τιμή αγοράς, αφού το υποβάθμισαν στην προσπάθειά τους να παράγουν όσο το δυνατόν περισσότερο, όταν η αγορά τους εκδικήθηκε αφήνοντας το στα αζήτητα, απαιτούσαν διά του κλεισίματος των δρόμων, να καλυφθούν οι απώλειες του εισοδήματός τους από τον κρατικό προϋπολογισμό…



Εδώ ας κάνουμε μια παρένθεση για να σημειώσουμε τα εξής: η Ε.Ε. διαθέτει ένα πολύ μεγάλο μέρος του  προϋπολογισμού της για τον ευρωπαϊκό αγροτικό τομέα (40% στο παρελθόν, 35% τώρα), με το μεγαλύτερο μέρος να κατευθύνεται στους παραγωγούς ως άμεση ενίσχυση, καθορίζοντας ταυτόχρονα η ίδια και με πολύ αυστηρό τρόπο τόσο τους αποδέκτες, όσο και τον τρόπο κατανομής. Οι άμεσες ενισχύσεις είναι εισόδημα του παραγωγού, που μπορεί να το διαθέσει όπως θέλει, μπορεί δηλαδή να βελτιώσει την καθημερινότητά του, να «τα ρίξει» στην εκμετάλλευσή του, να τα κάνει καγιέν ή και να τα φάει στις Βουλγάρες. Σε καμία όμως περίπτωση η κοινοτική νομοθεσία δεν επιτρέπει την όποια πρόσθετη ενίσχυση από εθνικά λεφτά, επειδή με αυτόν τον τρόπο στρεβλώνεται ο ενδοευρωπαϊκός ανταγωνισμός.
Τούτων δοθέντων, η κυβέρνηση –τότε– Σημίτη δεν θα μπορούσε να υπερβεί τον ευρωπαϊκό εαυτό της και, 1,5 μήνα μετά, τα μπλόκα διαλύθηκαν και οι αγρότες γύρισαν σπίτια τους χωρίς να έχουν πάρει «κάτι στο χέρι». Η προσπάθεια επανάληψης την επόμενη χρονιά με ακριβώς τα ίδια αιτήματα δεν ευοδώθηκε διότι οι κυβερνώντες φρόντισαν εγκαίρως να ξεφουσκώσουν τα λάστιχα των τρακτέρ πριν ακόμα αυτά παραταχθούν στο εθνικό δίκτυο.
Νέοι αγρότες με παλιά κόλπα. Πέρασαν μερικά σχετικά ήσυχα χρόνια και, στις αρχές του 2000, τα τρακτέρ ξαναβγήκαν στους δρόμους. Το πάρτυ του φτηνού δανεισμού είχε ήδη αρχίσει και αυτοί με τη σειρά τους διεκδικούσαν μερίδιο. Τα αιτήματα διαφορετικά, το μεγάλο κόστος παραγωγής, οι χαμηλές τιμές των προϊόντων, οι κλειστές αγορές, οι μεσάζοντες. Καινούργια φουρνιά, νέοι άνθρωποι,  όμως η νοοτροπία ίδια και τα τρακτέρ πάλι στους δρόμους.
Νέοι άνθρωποι που αντί να συνεταιριστούν (αυτή ήταν και εξακολουθεί να είναι η μοναδική απάντηση σε όλα σχεδόν τα αιτήματα) ζητούσαν από τον πατερούλη-κράτος «να τους φτιάξει συνεταιρισμούς», το πασπάλιζαν και με κάτι δήθεν θεσμικά και στο τέλος, με λίγα ψιλά στο χέρι, διαλύονταν ησύχως. Λίγα ψιλά όμως που, αθροιστικά, έφτασαν το «άνοιγμα» του ΕΛΓΑ, από 1,3 δισ. ευρώ το 2003, στα 4 δισ. ευρώ το 2008.
Χρόνο με το χρόνο, και μια που το κόλπο έπιανε, οι απαιτήσεις μεγάλωναν ώσπου να φτάσουμε στο ιστορικό πακέτο Χατζηγάκη των 540 εκατομμυρίων ευρώ, που επέφερε καταλογισμούς τους οποίους ακόμα πληρώνουμε ως κράτος και που θα αρχίσουν να ξεπληρώνουν και οι αγρότες οσονούπω ως αχρεωστήτως καταβληθέντα.  
Λύκος, λύκος στα πρόβατα. Ας μη σταθούμε στις διάφορες μαξιμαλιστικές ανοησίες που λέγονται και γράφονται ως αιτήματα των μπλόκων, ας δούμε πιο προσεκτικά αυτά που διαφοροποιούν τις φετινές κινητοποιήσεις από τις κινητοποιήσεις των προηγούμενων χρόνων. 

Το φορολογικό. Και έχουν δίκιο διότι (α) όλες οι χώρες στηρίζουν τους παραγωγούς τους με διάφορους τρόπους, ακόμα και οι ΗΠΑ με ένα safety net που αναπληρώνει το εισόδημά τους όταν οι τιμές είναι πολύ χαμηλές. Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες (πλην Σουηδίας, που ο αγροτικός της πληθυσμός είναι περίπου 1%), ακόμα και αυτές που βρίσκονται σε κρίση, προστατεύουν με σημαντικές φοροαπαλλαγές τον αγροτικό τους τομέα και (β) επειδή ο τρόπος φορολόγησης που προτείνεται από την κυβέρνηση απλώς βαθαίνει περισσότερο τις εσωτερικές ανισότητες, στρεβλώνει πιο πολύ ακόμα το συνολικό αγροτικό εισόδημα.
Η στρέβλωση αυτή είναι διαρκής, ισχύει από το 1981. Σχεδόν μια 35ετία, τα 2/3 των ελλήνων αγροτών επιδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό και οι υπόλοιποι ζουν μόνο από την αγορά. Ποιοι είναι αυτοί οι υπόλοιποι; Όσοι παράγουν οπωροκηπευτικά, χοιρινό κρέας, αυγά-πουλερικά, μέλι. Στον αντίποδα, έχουμε τον καπνό και το βαμβάκι με πολύ υψηλές επιδοτήσεις. Ακολουθούν τα υπόλοιπα βασικά μας προϊόντα, δηλαδή αιγοπρόβειο κρέας, ελαιόλαδο, σταφίδα, δημητριακά. Αλλά και στην κατηγορία των «επιδοματούχων», η ανισότητα είναι πολύ μεγάλη: περίπου το 20% των αγροτών απολαμβάνει το 70% των ενισχύσεων, ενώ ένα ποσοστό που αγγίζει το 65% δεν παίρνει πάνω από 1.500 ευρώ ετησίως.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, από το 2003 και μετά, η Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρά σταθερά σε ένα όλο και πιο δίκαιο σύστημα κατανομής των ενισχύσεών της. Όμως η Ελλάδα, κάνοντας χρήση του βαθμού ελευθερίας που έχει κάθε κράτος μέλος στην εφαρμογή της κοινής αγροτικής πολιτικής (ΚΑΠ), εξακολουθεί να προστατεύει 20-25 χιλιάδες μεγαλοεπιδοματούχους αγρότες, δίνοντας διαρκώς παρατάσεις στην άρση των στρεβλώσεων.  Το 2014, όταν η ΕΕ αποφάσισε την κατανομή των επιδοτήσεων σε όλους όσοι παράγουν μετακυλίοντας την ενίσχυση στο στρέμμα, η χώρα επέλεξε τη σταδιακή –και πάντως όχι μεγαλύτερη του 30%– μείωση των «μεγάλων» επιδοτήσεων μέχρι το 2020. Κάτι σαν προσωπική διαφορά δηλαδή για όσους αγρότες παρήγαγαν το 2000 βαμβάκι και καπνό.
Ας δούμε τι γίνεται και με την αγροτική σύνταξη, γιατί κι εδώ έχουν ειπωθεί πολλά ψέματα και έχουν σχολιαστεί σε λάθος βάση. Ο ΟΓΑ, σε ό,τι αφορά τους αγρότες, από το 1998 είναι ταμείο ανταποδοτικό, πληρώνουν εισφορές. Μικρές; Μεγάλες; Να το δούμε. Ταυτόχρονα όμως στον ΟΓΑ ανατέθηκε εξ αρχής η χορήγηση κοινωνικής σύνταξης στους ανασφάλιστους υπερήλικες που, με το νόμο Γιαννίτση, θα μετονομαζόταν ελάχιστη εγγυημένη σύνταξη και θα καλυπτόταν από τον κρατικό προϋπολογισμό (μετά την απόσυρση του ν/σ ξέμεινε στον ΟΓΑ) ενώ σταδιακά προστέθηκαν οι παροχές και των πολύτεκνων οικογενειών. Πόσα από τα 3,5 δισ. ευρώ με τα οποία χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό ο ΟΓΑ κατευθύνονται σε κάθε κατηγορία; Άγνωστο. Ποια είναι η αναλογιστική μελέτη του ΟΓΑ των αγροτών ώστε βάσει αυτής της πραγματικότητας να προσδιοριστούν οι εισφορές; Δεν υπάρχει, η κατάρτισή της αποτελεί άλλωστε και ένα από τα λογικά αιτήματα των μπλόκων. Απλώς, η «αριστερή» κυβέρνηση γυροφέρνει την καραμέλα των 3,5 δισ. και ψεύδεται για μια φορά ακόμα.
Για να συνεννοηθούμε, τα τρακτέρ στους δρόμους είναι απαράδεκτη μορφή διεκδίκησης, κινείται στην γκρίζα ζώνη του φασισμού. Η χώρα διαλύεται, η οικονομία εξαντλείται, οι τιμές των αγροτικών προϊόντων ανεβαίνουν καθημερινά, οι σχέσεις με τις γειτονικές χώρες δοκιμάζονται, και μάλιστα σε μια συγκυρία που τις καθιστά ήδη εύθραυστες για άλλους λόγους, σοβαρότερους.
Συμμαχίες με άλλες επαγγελματικές ομάδες και κοινωνική ανοχή δεν υπάρχουν, εξαντλήθηκαν με τα πανηγύρια των προηγούμενων χρόνων. Η ευθύνη της κυβέρνησης είναι τεράστια, διότι, αφ’ ενός με τις προτάσεις της γραμμένες στο γόνατο διαλύει την αγροτική οικονομία, αφ’ ετέρου με την ανόητη κινηματική λογική που τη διαπερνά δεν έκανε απολύτως τίποτα για να μη φτάσουν τα πράγματα εδώ που φτάσανε. 



Και τώρα τι κάνουμε; 
(α) Να πάρουν πίσω την πρόταση για αφορολόγητο των 12.000 ευρώ μόνο για τις επιδοτήσεις ή/και για το συνολικό εισόδημα (επιδοτήσεις + επιχειρηματικό κέρδος), επειδή με τον τρόπο αυτόν η στρέβλωση μεγαλώνει ακόμα περισσότερο, προστατεύοντας κυρίως αυτούς που είχαν τόσο  υψηλές επιδοτήσεις, αυτούς η παραγωγή των οποίων ήταν προσχηματική, που παρήγαγαν εύκολα και χαμηλής αξίας προϊόντα, ίσα ίσα για να πληρούν τις προϋποθέσεις καταβολής των ενισχύσεων. Μια ρηξικέλευθη πρόταση θα ήταν να ισχύσει ακριβώς το αντίθετο: φορολόγηση των επιδοτήσεων από ένα όριο και πάνω και φοροελαφρύνσεις στο επιχειρηματικό κέρδος. Λύση δίκαιη και αναπτυξιακή, λύση που θα φέρει σίγουρα λεφτά στα κρατικά ταμεία, αφού οι επιδοτήσεις δεν μπορούν να κρυφτούν πίσω από διπλά βιβλία και πλαστά τιμολόγια. Το έχουν σκεφτεί; Μάλλον όχι, αφού τα κοινοτικά λεφτά είναι το τοτέμ της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Γεωργίας, το επικοινωνιακό τρυκ που θυμάται όταν βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, κάτι το οποίο, όμως, η πραγματικότητα έχει ήδη ξεπεράσει.
(β) Να διαχωρίσουν τον ΟΓΑ σε κοινωνικό ταμείο και ανταποδοτικό ταμείο ασφάλισης των αγροτών, να προχωρήσουν σε αναλογιστική μελέτη και να προσδιορίσουν επακριβώς τους όρους βιωσιμότητας και τις εισφορές. Έχουν χρονικό περιθώριο να το κάνουν, το ασφαλιστικό των αγροτών δεν είναι άμεση μνημονιακή υποχρέωση.
(γ) να «τρέξουν» γρήγορα το νέο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης που χρηματοδοτεί για πρώτη φορά την δημιουργία Ομάδων και Οργανώσεων Παραγωγών και Σύστημα Παροχής Γεωργικών Συμβουλών για να αντιμετωπιστούν χρόνιες παθογένειες στα επίπεδα της εκπαίδευσης, της συμβουλευτικής, της συλλογικής δράσης.
Ο αγροτικός τομέας έχει δυνατότητες αλλά έχει και διαρθρωτικά ζητήματα. Ωστόσο, με τις προτάσεις που ακούγονται, όχι μόνο δεν λύνουν κανένα από αυτά αλλά, αντιθέτως,  βαθαίνουν τα προβλήματα, παγιώνουν τις ανισότητες και η πολυπόθητη ανταγωνιστικότητα γίνεται όνειρο θερινής νύχτας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου