2.10.16

Γιατί δυστροπούν πλέον με τον Τσίπρα οι Ευρωπαίοι;



Όποιος είχε μάτια έβλεπε: ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε την απολυτή στήριξη των Ευρωπαίων εταίρων. Όχι μόνο των Ευρωσοσιαλιστών που τον θέλουν στην παρέα τους, αλλά και της Καγκελαρίας και των επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Γιούρογκρουπ. Και φυσικά δεν μιλάμε για τους Αμερικανούς. Μέλι στάζουν – όπως και ο ίδιος.





Η εξήγηση ήταν απλή. Η κυβέρνηση Τσίπρα προσφέρει μνημονιακή ασφάλεια. Η Ελλάδα υιοθετεί μέτρα χωρίς να ανοίξει μύτη. Π.χ. ποια άλλη κυβέρνηση θα πουλούσε την ΤΡΕΝΟΣΕ 45 εκατ. και δεν θα καιγόταν πελεκούδι;
Ο Τσίπρας δεν ήταν όμως για τους Ευρωπαίους απλώς ότι ήταν ο Χούβερ για τον Κένεντι: καλύτερα μέσα στη σκηνή και να κατουράει έξω παρά έξω κλπ. Ήταν και ένας πολιτικός που συμπαθούν…



Παρότι στην αρχή ήταν αδέξιος-, καθώς διαπίστωνε ότι οι άλλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους από τα πανεπιστήμια και τα κολλέγια, το σκι κ.λ.π. -και του έβγαινε σε πολιτική επιθετικότητα και ιδεολογική κόντρα- μπήκε νωρίς στο πνεύμα. Έκανε προσωπικές σχέσεις, συνεννοείται εύκολα, ιδίως με τους σοσιαλιστές, και έχει καλά αντανακλαστικά.
Επιπλέον η αναγόρευση της καταπολέμησης της διαπλοκής σε στρατηγική επιλογή του τους έβρισκε σύμφωνους καθώς ξέρουν καλά πλέον που πήγαιναν για δεκαετίες τα ευρωπαϊκά κονδύλια και επιθυμούν να ξηλωθεί το σύστημα -που τα απορροφούσε χωρίς αντίστοιχη απόδοση.
Αυτά τους έκαναν να τον θεωρούν πιο Ευρωπαίο από τους ευρωλάγνους της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Απόδειξη ότι σε κανένα σενάριο δεν προβλέπεται κυβερνητική αλλαγή για την ολοκλήρωση του Μνημονίου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντιμετωπίζεται ως αρχηγός της ελληνικής αντιπολίτευσης απλώς και όχι σαν εν δυνάμει πρωθυπουργός, όπως προδίδει και η περιορισμένη διεθνής κινητικότητα του.
Αιφνιδίως όμως το κλίμα καθολικής υποστήριξης του Τσίπρα αν δεν άλλαξε πάντως εμφανίζει ρήγματα. Υπάρχουν πλέον ενστάσεις και διατυπώνονται δημοσίως αν όχι κατηγορίες πάντως δυσάρεστες παρατηρήσεις. Δεν έχει αλλάξει η γραμμή στήριξης, αλλά υπάρχουν δισταγμοί σε πρωτεύουσες και άλλα κοινοτικά κέντρα.
Κάποιοι είπαν ότι αυτό οφείλεται στη δραστηριοποίηση του Τσίπρα με τις χώρες του Νότου -που ενοχλεί τον ευρωπαϊκό Βορρά- και μίλησαν για γερμανική δυσαρέσκεια για τη σύνοδο της Αθήνας. Αυτά είναι μάλλον αβάσιμα.
Επίσης οι φήμες για δυσαρέσκεια λόγω του… Στουρνάρα, ή των τηλεοπτικών αδειών δεν έχουν βάση και σ’ αυτό συγκλίνουν όλοι. Οι εσωτερικές υποθέσεις δεν τους αφορούν.
Η ουσία της ευρωπαϊκής διστακτικότητας πλέον απέναντι τον Έλληνα πρωθυπουργό έχει άλλες αιτίες.
Η πρώτη είναι ότι από την καθημερινή ακτινογραφία της ελληνικής πραγματικότητας προκύπτει ότι η κυβέρνηση ψηφίζει μεν, αλλά δεν υλοποιεί. Ιδιωτικοποιεί εύκολα αλλά μεταρρυθμίζει δύσκολα. Ειδικά σε ό,τι αφορά τις αλλαγές στο κράτος και την εν γένει λειτουργία του δημοσίου δεν υπάρχει πρόοδος.
Η κυβέρνηση έχει ευκολία να περάσει τα συμφωνημένα στη Βουλή και να τα εντάξει στην ελληνική νομοθεσία, αλλά από εκεί και πέρα στην εφαρμογή υπάρχουν αντιστάσεις τις οποίες δεν μπορεί να καταπολεμήσει.
Ορισμένοι στη Ευρώπη  αυτό το εισπράττουν σα να τους ρίχνει στάχτη στα μάτια. Ιδίως όταν ενημερώνονται για τις θέσεις ορισμένων υπουργών ότι αναγκάζονται να εφαρμόσουν το πρόγραμμα και το κάνουν μόνο για λόγους τακτικής και, άρα, με τη πρώτη ευκαιρία θα αλλάξουν πλεύση.
Αυτό επαναφέρει το παλαιό προβλήματα εμπιστοσύνης- ιδίως όταν αντί για πρόοδο παρεμβάλλονται προσχηματικά εμπόδια.
Η δεύτερη αιτία – που συνδέεται με τη πρώτη – είναι ότι ο Πρωθυπουργός κρατεί ακόμη στη κυβέρνησή του πρόσωπα με αναγνωρισμένη αντιευρωπαϊκή νοοτροπία, αλλά και με εχθρική συμπεριφορά απέναντι σε επενδυτικά σχήματα και αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, για ιδεολογικούς λόγους.
Στην πραγματικότητα ο Τσίπρας δέχεται πίεση για αλλαγές σε υπουργεία που σχετίζονται με τη δεύτερη φάση του Μνημονίου που περιλαμβάνει πρακτικές που θα δώσουν υπόσταση σε όσα νομοθετήθηκαν ως τώρα. Όσο βρίσκονται μπροστά στους δύστοκους υπουργούς της «αριστερής εμμονής» ταλαντεύονται για το τελικό αποτέλεσμα.
Σ’ αυτό το πλαίσιο και ιδίως από την πλευρά των σοσιαλιστών υπάρχει αδημονία και για τη παρατεινομένη κυβερνητική σχέση του Τσίπρα με τον Πάνο Καμμένο -που είναι και το μόνο εμπόδιο για τη οριστική ένταξή του στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα.
Το τρίτο στοιχείο –αιτία είναι η γενική αδυναμία της Ελλάδας να προσχωρήσει αποφασιστικά στο μεταναστευτικό. Όχι μόνο για την ολοκλήρωση των κατάλληλων υποδομών που θα φιλοξενήσουν τους μετανάστες που θα μείνουν μόνιμα στο έδαφός της, αλλά και στη διεκπεραίωση της αξιολόγησής τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας πολύ μικρός αριθμός αιτήσεων για πολιτικό άσυλο έχει εξεταστεί -και μάλιστα μόνο σε πρώτο βαθμό, ενώ από την πλευρά της Ευρώπης η χρηματοδότηση γι’ αυτές τις υποδομές είναι επαρκής, χάρη και στο ενδιαφέρον του αρμόδιου επιτρόπου Δημ. Αβραμόπουλου.
Τέλος υπάρχει ένας άλλος παράλληλος παράγοντας που υποχρεώνει τους Ευρωπαίους να παίρνουν αποστάσεις, ή να μην θέλουν να δείχνουν ότι βρίσκονται κοντά στην κυβέρνηση και αυτός είναι το πολιτικό κόστος στις χώρες τους.
Ειδικά στη Γερμανία η ταύτιση της Μέρκελ με τον Αλέξη Τσίπρα εκτιμάται ως επιζήμια για το μέλλον της και για ιδεολογικούς λόγους. Σε άλλες χώρες η αντιπαλότητα με τη Ελλάδα επενδύεται στο εσωτερικό από κόμματα και κυβερνήσεις.
Από άλλη άποψη η απόσταση από τη Ελλάδα θεωρείται ευφυής τακτική -εν όψει αποφάσεων για το χρέος- ώστε να μη φαίνεται ότι την ευνοούν σε βάρος των προϋπολογισμών τους.
Το συμπέρασμα είναι ότι το ειδυλλιακό τοπίο των ελληνοευρωπαϊκών σχέσεων εμφανίζει σύννεφα και στους επόμενους μήνες θα φανεί αν θα πυκνώνουν.
Εικάζεται πάντως το αντίθετο με την πληροφόρηση που διοχετεύει το Μέγαρο Μαξίμου στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ότι μετά το κομματικό συνέδριο ο Πρωθυπουργός θα έχει τη ευχέρεια πρωτοβουλιών που θα επαναφέρουν τις σχέσεις του με την Ευρώπη σε ήρεμα νερά.

Γ. Λακόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου