31.1.17

Δηλαδή οι άλλοι ήταν καλύτεροι;



Η συμπλήρωση δύο χρόνων από την άνοδο στην κυβέρνηση της συμμαχίας του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ είναι μια καλή αφορμή για να επιχειρήσουμε μια σύγκριση του σημερινού συστήματος εξουσίας −που εμφανίστηκε σαν το νέο− με το παλιό πολιτικό σύστημα, στα χέρια του οποίου χρεοκόπησε η χώρα.

 
Όχι... πείτε μου....

Στελέχη και οπαδοί των κομμάτων που συγκυβερνούν, όταν τα πράγματα δυσκολεύουν απαντούν με τη φράση «δηλαδή οι άλλοι ήταν καλύτεροι;» και νομίζουν ότι ξεμπερδεύουν. Επικαλούνται τις μειώσεις μισθών και συντάξεων και τους νέους φόρους που επέβαλαν οι προηγούμενοι και επιχειρούν συγκρίσεις.
Μετρούν, για παράδειγμα, δεκατρείς μειώσεις συντάξεων που έκαναν οι άλλοι και τις συγκρίνουν με τις λιγότερες που έκαναν αυτοί αποκρύπτοντας ότι οι νέες μειώσεις προστίθενται στις παλιές, όπως γίνεται και με τις αυξήσεις φόρων. Ξεπερνούν επίσης το γεγονός ότι οι ίδιοι δεν εκλέχτηκαν για να συνεχίσουν τις περικοπές αλλά για να δώσουν αυξήσεις...



Με ένα έντεχνο τρόπο ξεκινούν τη σύγκριση από το 2010, λες και τα κόμματα του παλιού πολιτικού συστήματος ξεκίνησαν τότε να κυβερνούν. Πριν από τις μειώσεις των μισθών και συντάξεων τα κόμματα του παλιού συστήματος είχαν δώσεις πολλές και μεγάλες αυξήσεις, οι οποίες συνήθως ήταν μεγαλύτερες από τον πληθωρισμό.
Η σημερινή κυβέρνηση κατηγορεί τις προηγούμενες κυβερνήσεις της κρίσης για τη μείωση του ΑΕΠ κατά 25%. Από αυτή τη μείωση περίπου ένα 10% θα είχε ανακτηθεί μέχρι το τέλος του 2017 αν δεν είχε μεσολαβήσει η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Το ποσοστό της ανάπτυξης που χάσαμε δεν προκύπτει μόνο από τις προβλέψεις όλων των διεθνών οργανισμών πριν τις εκλογές του 2015, αλλά επιβεβαιώνεται και από την πορεία όλων των υπολοίπων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ακολούθησαν προγράμματα προσαρμογής.
Στην τόσο μεγάλη πτώση του ΑΕΠ συνέβαλαν η κατάσταση που βρέθηκε η χώρα το 2009, η αναποφασιστικότητα των πρώτων κυβερνήσεων της κρίσης, αλλά και η διαρκής πολιτική αστάθεια που επικράτησε. Κανείς δεν ήθελε να επενδύσει σε μια χώρα με πολιτική και νομισματική ανασφάλεια. Πρωταγωνιστές στην πρόκληση της αστάθειας ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ με την επιθετικότητα που έδειξαν κατά τη διεκδίκηση της εξουσίας. Επομένως ένα μερίδιο από την ευθύνη της μεγάλης πτώσης του ΑΕΠ ανήκει και στους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Όμως το ΑΕΠ πριν πέσει είχε ανέβει. Από τα 90 δισ. ευρώ που βρισκόταν στο τέλος του 1995 ξεπέρασε τα 220 δισ. το 2007. Μάλιστα, μέχρι το 2002 η ανάπτυξη δεν μπορεί να αποδοθεί στην κατανάλωση των δανεικών, καθώς υπήρχαν συνεχώς πρωτογενή πλεονάσματα. Δηλαδή, όχι απλώς το κράτος δεν δανειζόταν για να ξοδέψει, αλλά πλήρωνε και ένα μέρος των τόκων παλιών δανείων − το υπόλοιπο το πλήρωνε με δανεικά. Μετά το 2003 τα πράγματα ανατράπηκαν, ώσπου το 2009 το δημόσιο δανείστηκε 24 δισ. χωρίς την πληρωμή των τόκων.
Πώς γίνεται το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ να χρεώνονται τη μείωση του ΑΕΠ κατά 25% σε επτά χρόνια και να μη πιστώνονται την αύξησή του κατά 50% (σε πραγματικές αποπληθωρισμένες τιμές, 150% σε ονομαστικές) τα προηγούμενα δώδεκα χρόνια; Γίνεται με την αριθμητική του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ που έχει για πρότυπο την αριθμητική του Καραγκιόζη. Τα πράγματα μετριούνται πάντα σύμφωνα με το συμφέρον.

Η σύγκριση με τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σε καμιά περίπτωση δεν αθωώνει τα κόμματα του παλιού συστήματος. Η μεταπολίτευση ήταν αδιαμφισβήτητα μια περίοδος πρωτοφανούς ευημερίας για την Ελλάδα. Η οικονομική πρόοδος συνδυάστηκε με την κατοχύρωση της Δημοκρατίας. Υπήρξαν ηγέτες οι οποίοι −χωρίς να είναι αλάνθαστοι− με όραμα και μεθοδική δουλειά έκαναν τη χώρα μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Παράλληλα όμως συντηρήθηκε και αναπτύχθηκε το πελατειακό σύστημα το οποίο, σε συνδυασμό με θεσμικές δυσλειτουργίες, κρατούσε τη χώρα δεμένη στην καθυστέρηση.
Το παραδοσιακό ρουσφέτι εξελίχτηκε και «εκδημοκρατίστηκε». Συγκροτήθηκαν ισχυρές ομάδες συμφερόντων που διεκδικούσαν, κέρδιζαν και διεύρυναν προνόμια. Η κοινωνία ζητούσε ανώτερα επίπεδα κατανάλωσης και το πολιτικό σύστημα προσπαθούσε να τα ικανοποιήσει, όχι ευνοώντας την παραγωγή, αλλά με το μοίρασμα των δανεικών. Χάρη σε αυτά ζούσαμε όλο και καλύτερα, την ώρα που η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας κατρακυλούσε. Έτσι το χρέος ανέβηκε από τα 180 δισ. στα 300 την πενταετία πριν την κρίση.
Οι ευθύνες των παλιών κομμάτων δεν σταματούν εδώ. Έχοντας πλέον σαν μόνο μέσο επικοινωνίας με τους πολίτες τις εξαγγελίες για παροχές, αδυνατούσαν να εξηγήσουν την κατάσταση. Ισχυρίστηκαν ότι η κρίση θα ξεπεραστεί ξοδεύοντας περισσότερα. Κι έπειτα ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχόμενος να ξοδέψει ακόμη περισσότερα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του συστήματος της χρεοκοπίας. Η Αριστερά στην Ελλάδα πάντα πλειοδοτούσε στην υποστήριξη συντεχνιακών διεκδικήσεων και προνομίων. Ποτέ δεν αναρωτήθηκε αν τα χρήματα μοιράζονται δίκαια ή αν υποστηρίζονται οι πραγματικά αδύναμοι. Ποτέ δεν νοιάστηκε για την αύξηση του δανεισμού. Ο συνεταίρος Πάνος Καμμένος ήταν υπουργός των κυβερνήσεων του Κώστα Καραμανλή, που πολλαπλασίασαν το έλλειμμα και εκτόξευσαν το χρέος.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αναπαρήγαγε και μεγέθυνε όλα όσα μας οδήγησαν στη χρεοκοπία. Τους διορισμούς των ημετέρων, την αναξιοκρατία, την αύξηση των κρατικών δαπανών χωρίς ανταπόδοση στους πολίτες. Χρησιμοποίησε το λαϊκισμό, τη δημαγωγία και την επιθετικότητα και εγκλώβισε τη χώρα στην κρίση. Και την ώρα της πλήρους διάψευσης καταφεύγει στον αυταρχισμό προσπαθώντας να ελέγξει Δικαιοσύνη και ΜΜΕ.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει όλα τα κακά του παλιού συστήματος −και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό− χωρίς κανένα από τα καλά του.

Σπύρος Βλέτσας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου